Βρείτε μας στο Google+ Αχαϊκός Σύλλογος Μεσσηνίων «Ο ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑΣ» blogspot: Αυγούστου 2012

Δευτέρα 20 Αυγούστου 2012

Ιστορία Καλαμάτας

ΑΡΧΑΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ


Η ιστορία της Καλαμάτας ξεκινάει από τον Όμηρο, ο οποίος αναφέρει τις Φαρές, αρχαία πόλη χτισμένη περίπου εκεί που βρίσκεται σήμερα το φράγκικο κάστρο της πόλης. Παλιότερα θεωρούσαν ότι, κατά την αρχαία εποχή, η θάλασσα κάλυπτε όλη την έκταση της σημερινής πόλης αλλά τα ευρήματα πρωτοελλαδικής και αρχαϊκής (ιερό Ποσειδώνα) περιόδου στα Ακοβίτικα και κλασσικής, ελληνιστικής και ρωμαϊκής εποχής γύρω από το κάστρο βεβαίωσαν το αντίθετο. Επίσης, επιγραφικό υλικό που βρέθηκε στη Γιάννιτσα (Ελαιοχώρι) επιβεβαίωσε την ταύτιση της αρχαίας κώμης των Καλαμών (και όχι των Φαρών) με εκείνη τη θέση.
Η Καλαμάτα (Φαραί) έχει περιορισμένη σημασία κατά την αρχαία περίοδο καθώς βρίσκεται κάτω από λακωνική κυριαρχία από τα μέσα του 8ου αιώνα π.Χ. μέχρι τα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. Ακόμη και μετά την απελευθέρωση της Μεσσηνίας από τους Θηβαίους υπό τον Επαμεινώνδα, οι Φαρές επισκιάζονται, αυτή τη φορά από τη νέα πρωτεύουσα των Μεσσηνίων, την Μεσσήνη (στο σημερινό Μαυρομάτι). Ο αυτοκράτορας Οκταβιανός Αύγουστος μάλιστα υπήγαγε την πόλη των Φαρών στη δικαιοδοσία των Λακώνων, αν και αμέσως μετά ο Τιβέριος την επανέφερε στους Μεσσήνιους.
Ο περιηγητής Παυσανίας στα Μεσσηνιακά-Ηλιακά του (160-170 μ.Χ.) αναφέρει τις Φαρές, στο δρόμο του από τη νότια Λακωνία προς τη Μεσσήνη. Αναφέρει μάλιστα οτι πιο πριν συνάντησε πηγή "αλμυρού νερού", πιθανότατα την υφάλμυρη πηγή που ακόμη και σήμερα εκβάλλει στη θάλασσα, στον παλιό υδρόμυλο στο προάστειο Μικρή Μαντίνεια. Στις δε Φαρές, επισκέφθηκε τους ναούς της Τύχης και του Καρνείου Απόλλωνα με το άλσος του.Μέχρι και τα πρωτοχριστιανικά χρόνια πάντως, η σημασία του οικισμού εξακολουθεί να είναι μικρή για την ιστορία της περιοχής, σε σύγκριση π.χ. με τη γειτονική Θουρία όπου τα αρχαιολογικά ευρήματα είναι πολύ σημαντικότερα. Όμως, στον κατάλογο πόλεων Συνέκδημος του Ιεροκλή (535 μ.Χ.) διατηρούνταν ακόμη το αρχαίο όνομα Φαραί.

ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

Τα διαθέσιμα στοιχεία για την ιστορία της πόλης κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο και μέχρι το 10ο αιώνα μ.Χ. είναι ελάχιστα. Πιθανολογείται ότι, στα πλαίσια της ενιαίας αυτοκρατορικής αμυντικής πολιτικής εναντίον των επιδρομών των Αβαροσλάβων στα Βαλκάνια, μετασχηματίστηκε σε πόλισμα-φρούριο με ενίσχυση του πληθυσμού της από απειλούμενους οικισμούς, όπως και η Κορώνη την ίδια εποχή (6ος-7ος αιώνας).
Το σύγχρονο όνομά της η Καλαμάτα μάλλον το πήρε από ένα παλιό βυζαντινό μοναστήρι (πιθανά στη θέση του κάστρου), το οποίο ήταν αφιερωμένο στην Παναγία την Καλομάτα, απ' όπου με αφομοίωση του όμικρον σε άλφα, προήλθε η ονομασία Καλαμάτα.
Αποκτά αίγλη μετά τη Δ' Σταυροφορία (1204 μ.Χ.), όταν το κάστρο πέφτει, μετά από συνθηκολόγηση, στα χέρια των Φράγκων υπό τον Γουλιέλμο Σαμπλίτη και, στη συνέχεια, τονΓοδεφρείδο Βιλλεαρδουίνο το 1205.Ο τελευταίος ανοικοδομεί το μέχρι τότε μικρό και ερειπωμένο κάστρο και έτσι ξεκινάει η οικονομική ακμή της πόλης. Η Καλαμάτα υπήρξε η αγαπημένη πόλη των Βιλλεαρδουίνων, σε σημείο ο Γουλιέλμος Βιλλεαρδουίνος να αποκαλείται και "Καλαμάτας".
Το 1293, το κάστρο κατελήφθη από τους επαναστάτες Έλληνες και Σλαβους της Γιάννιτσας (τώρα Ελαιοχώρι), που είχαν αρχηγούς τους Λιανόρτη, Φανάρη και Λαβούλκα, στο όνομα του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β' Παλαιολόγου. Ξαναδόθηκε όμως στους Φράγκους με απάτη, από τον Πρωτοαλογάτορα του Μυστρά Γεώργιο Σγουρομάλλη (περιγραφή αυτού του επεισοδίου υπάρχει στο γνωστό μυθιστόρημα του Άγγελου Τερζάκη Πριγκηπέσσα Ιζαμπώ). Στα 1341, το κάστρο βρίσκεται στα χέρια του Νικολό Ατσαγιόλι και το 1381 υπό τους Ναβαρέζουςιππότες του Πέτρου ντε Σαν Σουπεράν. Το 1396 καταλαμβάνεται για λίγο από τους Τούρκους του στρατηγού Εβρενός. Από το 1410 ως το 1459 ανήκει στους Παλαιολόγους του Μυστρά.

ΝΕΟΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

 Το 1459 την Καλαμάτα την καταλαμβάνουν οι Οθωμανοί Τούρκοι του Μωάμεθ Β' Πορθητή. Το 1464, το κάστρο κατέλαβε ο ΒενετόςΦραγκίσκο Τάνο αλλά το 1540 εγκαταλείπεται από τους Βενετούς που το έκαψαν. Το 1685 καταστρέφεται οριστικά από τον Βενετό στρατηγό Μοροζίνι όταν το κατέλαβε κατά τη νικηφόρα εκστρατεία του στην Πελοπόννησο. Επιστράφηκε οριστικά στους Οθωμανούς το 1715.
Το σημαντικότερο γεγονός της μακρόχρονης ιστορίας της πόλης είναι η απελευθέρωσή της από τους Τούρκους στις 23 Μαρτίου του 1821. Την ημέρα εκείνη ο Κολοκοτρώνης, ο Νικηταράς, ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, ο Παπαφλέσσας και άλλοι μπήκαν μέσα στην πόλη ως απελευθερωτές. Συμμετείχαν στην πανηγυρική δοξολογία που τελέστηκε στον ιερό ναό των Αγίων Αποστόλων (μικρή βυζαντινή εκκλησία του 10ου αιώνα που σώζεται μέχρι σήμερα και αποτελεί σύμβολο της πόλης).
Στους Αγίους Αποστόλους ευλογείται η επαναστατική σημαία και από εδώ ξεκινάει η Επανάσταση του 1821. Από την Καλαμάτα ηΜεσσηνιακή Γερουσία συντάσσει δύο σπουδαία κείμενα την "Προειδοποίηση προς τας ευρωπαικάς αυλάς" και την "Προκήρυξη" με αποδέκτες τους Αμερικανούς. Στα τέλη του 19ου αιώνα χτίζεται το λιμάνι της Καλαμάτας, το οποίο λειτουργεί μέχρι και σήμερα, και η πόλη παρουσιάζει σημαντική ανάπτυξη και ακμή. Μασσαλία του Μωριά τη χαρακτήριζαν. Η πόλη έρχεται σε επαφή με τη δύση και την κουλτούρα της, δημιουργείται μια αστική τάξη που διαμορφώνει μια σημαντική πολιτιστική βάση και κληρονομιά. Από το 1920 και μετά όμως αρχίζει μια μακρά περίοδος οικονομικής ύφεσης που συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Το Σεπτέμβριο του 1986 η Καλαμάτα χτυπήθηκε από δύο ισχυρούς σεισμούς που προκάλεσαν εκτεταμένες ζημιές και δυστυχώς και θύματα. Παρ' όλα αυτά η πόλη ανασυγκροτήθηκε γρήγορα από τη μεγάλη αυτή καταστροφή.

Παρασκευή 10 Αυγούστου 2012

Το «σπίτι» του Παπαφλέσσα και η Δημιουργία Μουσείου

Μουσείο.
Το σπίτι της οικογένειας Τουλούπα χτίστηκε το 1811 και στεγάζει το Μουσείο Παπαφλέσσας.
Στο σπίτι όπου γεννήθηκε στις 20 Μαΐου, ανήμερα της μάχης στο Μανιάκι, ο Βασιλης τουλουπας εμπνεύστηκε και δημιούργησε το “Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Παπαφλέσσας”, που στεγάζει μνήμες και ιστορικά κειμήλια από τη μάχη και τον ήρωα.
Μια επιγραφή καρφωμένη στην παλιά γέρικη βαλανιδιά θυμίζει τη σκηνή που πέρασε στην ιστορία: “Eις το δένδρον τούτο εστήθη υπό του Iμπραήμ ο Παπαφλέσσας”. O τρομερός στρατηγός ανέβηκε σε μια πέτρα και φίλησε το μέτωπο του παπά-ήρωα που δεν δίστασε να βρεθεί αντιμέτωπος με τις ορδές του και να θυσιαστεί.
Hταν την άνοιξη του 1825 όταν τα αιγυπτιακά στίφη αποβιβάστηκαν στην Πελοπόννησο και κατέκαιγαν στο διάβα τους τα πάντα, ανθρώπους, σπίτια, στάχυα, ζώα. “Mπραΐμης πέρασε…”, έμεινε η λαϊκή φράση, ταυτισμένη με το ολοκαύτωμα. H απάντηση των Eλλήνων ήταν να δώσουν το μήνυμα της αντίστασης και με την ηγετική φυσιογνωμία του Γρηγορίου Δικαίου ταμπουρώθηκαν στις παρυφές ενός χωριού το όνομα του οποίου θα έμενε στην ιστορία: Mανιάκι.
Σήμερα, στην αυγή του 21ου αιώνα, ο δρόμος περνά από το Tουλούπα Xάνι και ανεβαίνει προς το Mανιάκι. Κάθε χρόνο στις 20 του Mάη, το χωριό αντιβουίζει με φωνές και τον ήχο από τη μηχανή των αυτοκινήτων. Eπίσημοι, φορείς, βουλευτές της περιοχής και εκπρόσωποι των κομμάτων δίνουν το “παρών” στον ετήσιο εορτασμό της ηρωικής μάχης που έγινε το 1825.
Το Μουσείο
Απαραίτητη στάση για όλους, η επίσκεψη στο μουσείο του χωριού, αφιερωμένο στα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στο Mανιάκι. Σε περίοπτη θέση το Mουσείο δεσπόζει στον χώρο όπου έπεφταν οι ντουφεκιές. Tο ίδιο το κτίριο, άλλωστε, είναι συνδεδεμένο με την ιστορία της μάχης όπως και ο άνθρωπος που είχε την έμπνευση και το μεράκι να το δημιουργήσει, ο κ. Bασίλης Tουλούπαs, γέννημα- θρέμμα από το Mανιάκι και απόγονος συντρόφων του Παπαφλέσσα.
Εσωτερικό.
Κούκλες-ομοιώματα, καριοφύλλια, γιαταγάνια και σπάνιες εικόνες και έγγραφα από το 1821 και τη μάχη στο Μανιάκι
Tο μουσείο στεγάζεται στο ιστορικό σπίτι του 1811, στο οποίο ζούσε ο αρχιμανδρίτης Aλέξανδρος Tουλούπας. Εκεί φιλοξενήθηκε για τρεις ημέρες ο Παπαφλέσσας λίγο πριν ξεκινήσει η μάχη στο Mανιάκι. Eκεί έγινε και το τελευταίο πολεμικό συμβούλιο όταν οι οπλαρχηγοί κατέστρωσαν τα σχέδιά τους καθώς περίμεναν, μάταια όπως αποδείχθηκε, να προστρέξουν οι καπεταναίοι για να πολεμήσουν μαζί τους.
Πολλές δεκαετίες αργότερα, στο σχεδόν έρημο χωριό, ο κ. Bασίλης Tουλούπας ήθελε να τιμήσει τον ηρωισμό του Παπαφλέσσα και τη θυσία των τριακοσίων συντρόφων του. Aπό την αυλή του σπιτιού του άλλωστε έβλεπε καθημερινά το πεδίο της μάχης και τα χοντρά τοιχώματα του κτιρίου του θύμιζαν τη συμβολή του Aρχιμανδρίτη Aλέξανδρου που έπεσε και εκείνος δίπλα από τον Γρηγόριο Δικαίο.
Ιερότητα.
Τα οστά του ήρωα Παπαφλέσσα φυλάσσονται στην Αγία Ανάσταση, ένα από τα ταμπούρια της μάχης
Kάπως έτσι στήθηκε το “Iστορικό και Λαογραφικό Mουσείο Παπαφλέσσας”. Λίγο πιο κάτω, στην Aγιανάσταση, φυλάσσονται και τα οστά του Παπαφλέσσα. “Oταν βρίσκομαι στο Mανιάκι, αισθάνομαι ότι μέσα μου κυλάει το αίμα του Παπαφλέσσα. Oταν μπαίνω στο μουσείο, νιώθω ότι ξαναγεννιέμαι. Eδώ άλλωστε είναι το σπίτι όπου γεννήθηκα”, λέει ο κ. Bασίλης Tουλούπας. Θαλερός στα 80 του, γνήσιος απόγονος εκείνων που πολέμησαν τον Mπραΐμη. O δημιουργός του Mουσείου είναι συνδεδεμένος με μια ακόμα πτυχή της Ιστορίας. Γεννήθηκε στις 20 Mαΐου, ανήμερα στην επέτειο της μάχης.
H προσπάθεια να μετατραπεί το κτίριο της οικογένειας σε Mουσείο ξεκίνησε πριν από 20 χρόνια από τον κ. Bασίλη Tουλούπα, ιδιοκτήτη εκδοτικού οίκου και πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Μανιακίου. Συμπαραστάτης ο γιος του, Θανάσης Tουλούπας, δημοσιογράφος – συντάκτης στο “Εθνος”, διαποτισμένος και ο ίδιος με την ιστορία του τόπου του.
Read more http://history-of-macedonia.com/2011/06/03/sto-spiti-tou-papaflessa/

Το Μανιάκι, τα Ταμπούρια και οι Εκδηλώσεις















Τα «Ταμπούρια του Παπαφλέσσα», όπως επικράτησε να λέγονται από τότε μέχρι και σήμερα οι τρεις λόφοι, είναι τόπος απρόσιτος κοντά στο χωριό του Παιδεμένου, σήμερα Φλεσσιάδα, όμως η θέση είναι ορατή από το Μανιάκι. Έτσι ο προμνησθείς Μητροπολίτης μη δυνάμενος να προσεγγίσει την περιοχή έκτισε κοντά στο Μανιάκι, σε προσβάσιμο χώρο, το εκκλησάκι της Αναστάσεως και σε ειδική κρύπτη, στο δάπεδο του ναϋδρίου, εναπόθεσε όλα τα οστά των πεσόντων που συνέλεξε και φυλάσσονται εκεί μέχρι σήμερα.
Όμως, οι τελετές, σύμφωνα με τις αδιάψευστες μαρτυρίες των πατέρων και παππούδων μας, έγιναν εκεί στα ταμπούρια, εκεί δηλαδή που έγινε η μάχη. Μάλιστα, τον πανηγυρικό εξεφώνησε ο πανελληνίου ακτινοβολίας Μεσσήνιος λαογράφος και καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Νικόλαος Πολίτης, όστις δεικνύων τις τρεις αυτές εδαφικές κόχες, σε αποστροφή του λόγου του είπε: «...εδώ στους τρεις αυτούς λόφους ήθελε η ιστορία να γίνει το θυσιαστήριο του Παπαφλέσσα και των συντρόφων του».
Το έτος 1936 ο νομάρχης Μεσσηνίας Παπαδήμας στην κορυφή του μεσαίου λόφου, όπου και το ταμπούρι του Παπαφλέσσα, ανήγειρε θαυμαστό μνημείο αντάξιο της θυσίας των τριακοσίων πεσόντων. Ήτοι μια μεγαλόσχημη και επιβλητική τριγωνική πυραμίδα, ύψους περίπου είκοσι μέτρων, από σχηματοποιημένους ασβεστόλιθους, για να είναι ορατή από όλη σχεδόν την πεδινή Μεσσηνία.
Τη δεκαετία αυτή, χειροτονούνται δύο νέοι Μητροπολίτες, ο μακαριστός Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος και λίγο αργότερα ο πρώην Μητροπολίτης Τριφυλίας Στέφανος. Η χώρα έχει περάσει σε περίοδο ειρήνης από εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς και ο κάθε τόπος έχει την ευχέρεια να τιμήσει τους δικούς του νεκρούς της εθνικής μας παλιγγενεσίας.
Ο πρώην Τριφυλίας, στη γεωγραφική δικαιοδοσία του οποίου ανήκει η Φλεσσιάδα και τα Ταμπούρια του Παπαφλέσσα, συνέχισε μέχρι πρόσφατα να εορτάζει την ιστορική μάχη εκεί στην πυραμίδα και τους τρεις λόφους των Ταμπουρίων, στο ναϋδριο της Αγίας Τριάδος στην κορυφή του λόφου, δίπλα στο ταμπούρι του Παπαφλέσσα. Ο δε μακαριστός Μεσσηνίας έκτισε νέο ναό μέσα στο Μανιάκι τον Άγιο Γρηγόριο (Γρηγόριος ήταν το βαπτιστικό όνομα του Παπαφλέσσα) και εκεί για περίπου μισόν αιώνα, με την παρουσία των επισήμων του νομού, εόρταζε την μάχη του Μανιακίου, μέχρι που άνοιξε και ασφαλτόστρωσε δρόμο προσπέλασης στο ναϋδριο της Αναστάσεως. Εκεί ετοποθετήθη και ο ανδριάντας του Παπαφλέσσα, που τελευταία κατασκευάστηκε με χρήματα ομογενών μας του εξωτερικού.
Η μάχη αυτή έχει χαραχθεί με χρυσά γράμματα ως μάχη στο Μανιάκι, ο τόπος όμως της θυσίας στη Φλεσσιάδα έχει τα δικά του δίκαια και δικαιώματα. Ιδιαίτερα οι Κοντοβουνίσιοι, για τους οποίους η μάχη διεξήχθη δίπλα στα σπίτια τους με τους προγόνους τους ηρωικούς νεκρούς της, δεν μπορούν άλλο να ανέχονται να διαιωνίζεται το απαράδεκτο αυτό φαινόμενο εκδηλώσεων, που χωρίζουν αντί να ενώνουν. Φαινόμενο που δεν υπήρχε πριν τη δεκαετία του 1950. Η μάχη, λοιπόν, στο Μανιάκι, αλλά οι επίσημες εορταστικές εκδηλώσεις απαιτείται να γίνονντε στον τόπο που διεξήχθη η μάχη και όχι δύο χιλιόμετρα μακριά.

Δημοτικό Τραγούδι για τη μάχη στο Μανιάκι




Του Φλέσσα η μάνα κάθεται στης Πολιανής την ράχη,
τα Κοντοβούνια αγνάντευε και τα πουλιά ρωτάει:

- Πουλάκια μ’ κι αηδονάκια μου, που ‘ρχεσθε στον αέρα,
μην είδατε το στρατηγό, τον Φλέσσα αρχιμανδρίτη;

- Στα Κοντοβούνια πέρασε και στα Σουλιμοχώρια,
και παλληκάρια μάζωνε όλους Κοντοβουνίσιους.
τα μάζωξε, τα σύναξε τα ‘καμε τρεις χιλιάδες.
Κάθονταν και τ’ αρμήνενε σαν μάνα σαν πατέρας:
- Εμπρός, εμπρός, μωρέ παιδιά, στο Νιόκαστρο να πάμε,
να κάμωμ’ έναν πόλεμο με τούς στραβαραπάδες
κι αν δεν σας ντύσω μ ά λ α μ α, Φλέσσα να μην με πούνε.

Και ο Κεφάλας τώλεγε, και ο Κεφάλας λέγει:
- Τού Μισιριού η Αραπιά στο Νιόκαστρο είν’ φερμένη
- Σιώπα, Κεφάλα, μην το λες, και μην το κουβεντιάζης,
να μην τ’ ακούσ’ η Διοίκησις, λουφέδες δεν μας στείλη,
να μην τ’ ακούσουν τα ο ρ δ ι ά, μ ε ν τ ά τ ι δεν ελθούνε
να μην τ’ ακούσουν τα παιδιά, και τα λιγοκαρδίσης.

Ακόμη λόγος έστεκε και συτυχιά κρατιέται,
κι η Αραπιά τους έζωσε μια κoσαργιά χιλιάδες.
- Άϊντε, παιδιά, να πιάσωμε στο Ερημομανιάκι.
Κι αρχίσανε τον πόλεμο απ’ την αυγή ως το βράδυ.
Μπραϊμης βάνει την φωνή, λέγει του παπά Φλέσσα.

- Εύγα, Φλέσσα, προσκύνησε με ούλο σου τ’ ασκέρι.

- Δεν σε φοβούμ’ Μπραήμ πασά, στο νουν μου δεν σε βάνω
κι εμέ μ ε ν τ ά τ ι μώρχονται οι Κολοκοτρωναίοι
Και στα ταμπούρια πέσανε αυτοί οι Αραπάδες.

Ο Φλέσσας βάνει μια φωνή και λέγει των στρατιωτών του
- Τώρα παιδιά θα σας ειδώ αν είστε παλληκάρια.
Και τα σπαθιά τραβήξανε και κάμνουν το γιουρούσι.
Μια μπαταριά του ρίξανε πικρή φαρμακωμένη.

Πέμπτη 9 Αυγούστου 2012

Το Μανιάκι εστίν Θερμοπύλες


Τρία περίπου χιλιόμετρα έξω από το ιστορικό Μανιάκι της Πύλου Μεσσηνίας, βρίσκεται το νεκροταφείο ενός μικρού χωριού και μέσα σ΄ αυτό υπάρχει ένα ναΐδριο. Εκεί ζει, η ηλικίας 90 ετών σήμερα, κυρά Θεοδώρα, η οποία είναι φύλακας των οστών του Παπαφλέσσα. Μέσα στο εκκλησάκι αυτό, μία μικρή λαμαρίνα καλύπτει μία τρύπα στο έδαφος. Σηκώνοντας τη λαμαρίνα αυτή, βλέπει κανείς, την οστεοθήκη, με διαφανές κάλυμμα, με την επιγραφή «Οστά Γρηγορίου Δικαίου Παπαφλέσσα, 20 Μαΐου 1825).

Ο Παπαφλέσσας, ο ήρωας καλόγερος της λευτεριάς, μετά τη μάχη του Μανιακίου, τον φίλησε νεκρό, αφού τον έστησε σ’ ένα δένδρο, Τούρκος αξιωματικός, λέγοντας ότι ήταν παλληκάρι! Του ήρωα Παπαφλέσσα, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης, του έστησαν μία τεράστια πυραμίδα και την προτομή του στα ταμπούρια του, στο Μανιάκι. Τα οστά του όμως; Για τη διατήρησή τους, σήμερα πρέπει να ευγνωμονούμε την κυρά Θεοδώρα και τους λιγοστούς κατοίκους του χωριού, που τα φυλάσσουν! Έκτοτε το Μανιάκι μας θυμίζει Θερμοπύλες. «Τιμή σ’ εκείνους, που στη ζωή τους όρισαν….

Ο "ΛΕΩΝΙΔΑΣ" ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

«Θα πολεμήσω τον Ιμπραήμ και θα πεθάνω ή θα νικήσω…»
«Βρε κερατάδες Τούρκοι να πάτε πίσω εις τον αφέντην σας τον κερατά,
να του ειπείτε ότι εγώ φεύγω δια την Πόλιν,
και δεν θα γυρίσω πίσω απλούς καλόγηρος.
Ή δεσπότης θα έλθω, ή πασάς»

Η "ΕΠΟΜΕΝΗ ΗΜΕΡΑ " ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΜΑΝΙΑΚΙ


Μια συγκλονιστική έκθεση του Αστυνόμου Κορώνης
Για τη θυσία του Παπαφλέσσα και των συντρόφων του στο Μανιάκι, έχουν γραφτεί πολλά. Το έγγραφο που ακολουθεί, δίνει μια άλλου είδους αυθεντική ιστορική εικόνα για το ζήτημα αυτό. Περιγράφει με απλό αλλά συγκλονιστικό τρόπο την εφιαλτική κατάσταση που επικρατούσε στη Μεσσηνία μετά την καταστροφή στο Μανιάκι και το άκουσμα του θανάτου του Παπαφλέσσα. Να τι έγραφε ο Αστυνόμος της Κορώνης:
Προς το Έξοχον Υπουργείον της Αστυνομίας.
Πληροφορείστε από πολλά μέρη την νέαν δυστυχίαν οπού άρχισε από τις 20, τρεις ώρας της ήμερος ο φρικτός πόλεμος εις το ταμπούρι του αρχιμαντρίτου και καπετάν Κεφάλα και άλλων πολλών Ελλήνων. Οι Άραβες όρμησαν κατ' αυτών και κατέσφαξαν πολλούς και άλλους έπιασαν ζωντανούς.
Εις την 21 άρχισε πόλεμος από το πουρνό και εβάσταζε έως το βράδυ. Οι (Ν) τρέδες1 με τον στρατηγόν Κολιόπουλον και άλλους οπού μαζί του είχε. Δεν εμάθαμε το σωστόν διά να σας πληροφορήσωμεν εις ποίον έμεινεν η νίκη.
Σήμερις εις τας 22, εις την πρώτην ώραν της ημέρας, η καβαλλαρία εκατέβη εις την Βρωμόβρυσην, έβαλαν φωτιά εις στα Σπητάλια, Καρτερόλι, Νησί και εις άλλα μέρη πολλά έπιασαν πολλούς ανθρώπους, γυναίκες, παιδιά και αρκετά ζώα. Τον ένα Μιχάλο τον εσκότωσαν, τον άλλον τον έπιασαν ζωντανόν εις το Νησί.2
Τον Έπαρχον του Νησίου τον εβάρεσε ταμουλάς3 και ετελείωσε. Το Φροντιστήριον οπού ήταν εις Κουτζούκ Μάνη4 εκαταρπάχτηκε με αρκετάς πρεβεζιόνες5. Όλοι οι άνθρωποι εκολλήσαμε τα βουνά, τα δε Σπαρτιατικά κουμάντο έφυγαν όλα εις Καλαμάτα.
Σήμερις τα κάστρα έρριξαν αρκετά κανόνια, τι γίνεται δεν ηξεύραμεν. Εν ενί λόγω κατά το παρόν ο Μεσσηνιακός κόλπος είναι εις τας χείρας των εχθρών. Μένω. Ο ευπειθής πατριώτης
ο Γ(ενικός) Αστυνόμος Κορώνης
Αναστάσιος Σοφιανόπουλος Τη 22 Μαΐου 1825 Πολιανή
Από τους Τούρκους οπού οι καπεταναίοι (έχουν) μαζί τους, πολλά κακά προξενούνται, κάνουν το τζασίτη8 και πολλοί φεύγουν και παν εις τα κάστρα και αν η Σ. Διοίκησις τους το εμπόδιζε δεν ήταν κακό.
Η Πολιανή κλαίει κοινώς διότι μαζί με τον αρχιμαντρίτη εχάθησαν πολλοί. Εις όλα τα χωριά οπού έβαλαν φωτιά, από ένα σπίτι έκαψαν.
(Γενικά Αρχεία του Κράτους -Μινιστέριον Αστυνομίας φακ. 24)
Σημ. 1. "Ντρέδες" ονομάζονταν οι σκληροτράχηλοι και εμπειροπόλεμοι Σουλιμοχωρίτες (Αλβαν. dres: ζαρκάδι), 2. Εννοεί αντίστοιχα τους Μαυρομιχάληδες Πιέρρο (Βοϊδή) και Γεωργάκη, 3. "ταμουλάς": αποπληξία, συγκοπή (τουρκ. damla) και παλιά μεσσηνιακή κατάρα: "μπα που να σουρθεί κακός νταμιλάς!", 4. Η σημερινή Μικρομάνη, 5. "πρεβεζιόνες": τρόφιμα, προμήθειες (ιταλ. provisione, λατιν. προθ. pro και ρ. video:προβλέπω), 6. "τζασίτης": κατάσκοπος (λ. τουρκοπερσική)

Επίσκεψη στον τόπο θυσίας του Παπαφλέσσα

Η επίσκεψη στον τόπο θυσίας του Παπαφλέσσα, στο ιστορικό Μανιάκι, είναι ένα εθνικό χρέος για κάθε Έλληνα και Φιλέλληνα. Αξίζει να δει κανείς:
Τα ταμπούρια: Στο σημείο αυτό έγινε η μεγάλη μάχη και η μεγάλη θυσία του Παπαφλέσσα και των αγωνιστών του για την ελευθερία της πατρίδας. Στο σημείο αυτό δεσπόζει μεγάλη πυραμίδα. Η αναμνηστική στήλη στα ταμπούρια του Μανιακίου κατασκευάστηκε με πρωτοβουλία του Νομάρχη Μεσσηνίας Άγγελου Παπαδήμα και με δαπάνες των δήμων, κοινοτήτων και μαθητών του Νομού Μεσσηνίας το 1938. Η πυραμίδα κατασκευάστηκε με βάση το σχέδιο του μηχανικού Νικήτα Σούμπλη και εκτελέστηκε από τον τεχνίτη Γεώργιο Κοριαλή.
Το κενοτάφιο: Στο ναό της Ανάστασης είναι το κενοτάφιο που φυλάσσονται τα οστά των παλικαριών που έπεσαν ηρωϊκά μαχόμενα στη μάχη του Μανιακίου. Εγκαινιάστηκε στις 22 μαίου 1911 επί δημαρχίας Γεωργίου Τσαπόγα. Έξω από το κενοτάφιο πρόσφατα κατασκευάστηκε μεγάλων διαστάσεων άγαλμα του Παπαφλέσσα. Το κενοτάφιο απέχει πάνω από χιλιόμετρο από τη χώρο της μάχης.

Συμπολεμιστής του Παπαφλέσσα περιγράφει τη μάχη στο ΜΑΝΙΑΚΙ


Επέζησε ακρωτηριασμένος και στα δύο πόδια

Μέχρι σήμερα δεν υπήρχε καμία αυθεντική πηγή ,καμία μαρτυρία αυτόπτου μάρτυρα για την μάχη στο Μανιάκι. Ένα κείμενο του πολεμιστή του Μανιακίου Μ. Σταυριανόπουλου που επέζησε αν και τραυματισμένος σοβαρά ,τον νόμισαν για νεκρό , γιατί ήταν σκεπασμένος με τα πτώματα των συμπολεμιστών του και έζησε έως το 1896 χάθηκε δυστυχώς.
Σε αναφορές που έγιναν αργότερα από οπλαρχηγούς, πολλοί ισχυρίζονταν ότι έλαβαν μέρος και ότι σώθηκαν από θαύμα αλλά οι ισχυρισμοί τους δεν ήταν αληθινοί. Οι ισχυρισμοί έγιναν μόνο γιατί η συμμετοχή σε αυτή την μάχη ήταν τίτλοι τιμής και δόξας για όσους κονταροκτυπήθηκαν με τις ορδές του Ιμπραήμ.
Από το Μανιάκι είναι ιστορικά βέβαιο ότι σώθηκαν κάποιοι που έφυγαν λίγο πρίν αρχίσει η μάχη και μάλιστα αρκετοί οπλαρχηγοί. Για να μετριάσουν τις εντυπώσεις που δημιούργησε η λιποταξία τους, αργότερα διέδιδαν ότι έλαβαν μέρος, και έδιναν φανταστικές περιγραφές. Στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, υπάρχει μία αναφορά αγωνιστή από την Κυπαρισσία που υπογράφει με το ψευδώνυμο Κυπαρίσσιος την οποία υποβάλλει στον Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια και με την οποία ζητούσε υλική βοήθεια για να ζήσει την οικογένεια του, η οποία ήταν σε άθλια οικονομική κατάσταση.
Η αναφορά είναι ολιγόλογη αλλά πολύ περιγραφική και είχε συνταχθεί από κάποιον που γνώριζε ανάγνωση και γραφή.
Θεωρείται έγκυρη γιατί γράφθηκε βάσει αφηγήσεως του ακρωτηριασμένου αγωνιστή που χωρίς πόδια έφθασε στο Πόρο για να την επιδώσει.

ΠΩΣ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ Ο ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑΣ ΠΑΡΙΣΤΑΝΕ ΤΟΝ ΠΑΠΑ . . .

Ο Παπαφλέσσας δεν υπήρξε ποτέ παπάς ή καλόγερος. Απεναντίας μελέτησε τους Έλληνες, γι' αυτό κι έγραψε στα παλιά του τα παπούτσια τους αφορισμούς του ανθελληνικού παπαδαριού και τα «εξωλέστατος» του πλατσικολόγου Π.Π Γερμανού.

" ...;. ο δε Δικαίος, άνθρωπος απατεών και εξωλέστατος, περί μηδενός άλλου φροντίζων ειμή τίνι τρόπω να ερεθίση την ταραχήν του Έθνους, δια να πλουτίση εκ των αρπαγών, τους εβεβαίωνεν, ότι είναι τα πάντα έτοιμα.» («Απομνημονεύματα»). Ο Δημητσανίτης δεσπότης Π.Π.Γερμανός για τον ηρωϊκό Παπαφλέσσα

Δίχως ίχνος ντροπής η ελληνική πολιτεία διδάσκει στους νέους της ότι οι ανθέλληνες ιεράρχες και το παπαδαριό όχι μόνον συνέβαλαν στην επανάσταση αλλά κι ότι σ' αυτούς κυρίως χρωστάμε την ελευθερία μας!

Στα πλαίσια αυτής της προπαγάνδας μας παρουσιάζουν για ιερωμένους ανθρώπους οι οποίοι για να αποφύγουν την σύλληψή τους από τους Τούρκους, αλλά και για να κινούνται με άνεση - όπως βεβαίως όλο το παπαδαριό την διέθετε επί τουρκοκρατίας - μέσα στην οθωμανική επικράτεια, αναγκάστηκαν να παριστάνουν τους παπάδες.

Μια τέτοια περίπτωση είναι και του Παπαφλέσσα.

Ο Ιστοριοδίφης Ευαγγελίδης Τρ. Ε. , θα μας διαφωτίσει για την αληθινή ιστορία του Παπαφλέσσα μέσα από την ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ (1930). Φαίνεται ότι την εποχή εκείνη δεν είχε συντελεστεί ακόμα πλήρως το έγκλημα της παραποίησης της ελληνικής ιστορίας υπέρ της ορθοδοξίας. Να, λοιπόν τι γράφει:

Ο παππούς του Γεώργιος φονεύθηκε στα Ορλωφικά (1770). Ο πατέρας του Δημήτριος επίσης το 1799 σε συμπλοκή με Τούρκους πέριξ της Σπάρτης. Άφησε ορφανού 27 γιους και μια θυγατέρα. Ο Γρηγόριος Φλέσσας γεννήθηκε στην Πολιανή το 1788.

Υπήρξε ο εμψυχωτής και ο κύριος μοχλός της Επανάστασης, αφού κατόρθωσε να υπερνικήσει τα προβαλλόμενα εμπόδια από τους προκρίτους, τους κοτζαμπάσηδες και τους κληρικούς. Μαθήτευσε στην σχολή της Δημητσάνης. Μετά το πέρας των σπουδών του δημοσίευσε σάτιρες, στις οποίες καταφέρονταν κατά της οθωμανικής διοίκησης. Υπέγραφε ως «Φως Καλάμιος τούνομα Γρηγόριος».

Προδόθηκε όμως στους Τούρκους και μετά από ένοπλη αντίσταση και καταδίωξη αναγκάστηκε να καταφύγει στη μονή της Ρεκίτσας, περιφέρειας Σπάρτης. Εκεί ο ηγούμενος τον συμβούλεψε να ντυθεί καλόγερος και ν' αλλάξει όνομα. Κατόπιν πήγε στη Ζάκυνθο όπου γνωρίστηκε με τον Κολοκοτρώνη και άλλους. Από εκεί μεταβαίνει στην Κωνσταντινούπολη και κατορθώνει να αποκτήσει την εμπιστοσύνη του μητροπολίτη Δέρκων.

Προσλαμβάνει ως καθηγητή του τον Αινιάνα και μελετά τις δημηγορίες του Θουκυδίδη. Γνωρίζεται με φιλικούς οι οποίοι του εμπιστεύονται τα πάντα και δέχεται τον επικίνδυνο ρόλο του αποστόλου.

Στη συνέχεια ο συγγραφέας περιγράφει την συνεχή δράση του Παπαφλέσσα, σε πολλά μέρη της οθωμανικής επικράτειας υπέρ της επανάστασης, καθώς και τις προετοιμασίες του με πολεμικά εφόδια αλλά και όλη την ηρωική πολεμική του δράση. Αναφέρει ότι ο Π.Π. Γερμανός, ο δήθεν ευλογήσας την επανάσταση, τον υβρίζει «εξωλέστατον», λόγω της συνεχούς του επιμονής για την εδώ και τώρα κήρυξη της επανάστασης.

Ξένοι πρόξενοι και ιστορικοί (Hew, Φίνλεϋ) εκφράζουν τον θαυμασμό τους για τις πολεμικές αρετές και την ικανότητά του στην οργάνωση της μάχης.

Βλέπετε ότι ο Παπαφλέσσας μελέτησε Θουκυδίδη κι όχι τις δουλικές χριστιανικές ανοησίες του τύπου «αγαπάτε τους εχθρούς ημών».

Επομένως ο Παπαφλέσσας δεν υπήρξε ποτέ παπάς ή καλόγερος. Απεναντίας μελέτησε τους Έλληνες, γι' αυτό κι έγραψε στα παλιά του τα παπούτσια τους αφορισμούς του ανθελληνικού παπαδαριού και τα «εξωλέστατος» του πλατσικολόγου Π.Π Γερμανού.

Πέμπτη 2 Αυγούστου 2012

Γεώργιος Δημητρίου Φλέσσας ή Γρηγόριος Δικαίος Παπαφλέσσας

Γεώργιος Δημητρίου Φλέσσας μετέπειτα Γρηγόριος Δικαίος (Παπαφλέσσας).  Αρχιμανδρίτης, από τους κορυφαίους αγωνιστές του 1821, ένθερμος οπαδός της επαναστατικής ιδέας. Γεννήθηκε στην Πολιανή Μεσσηνίας, γιος του Δημητρίου Φλέσσα και της Κωνσταντίνας Ανδροναίου δεύτερης γυναίκας του Δημητρίου Φλέσσα και  το 28ο και τελευταίο παιδί της οικογένειας. Φοίτησε στη Σχολή Δημητσάνας, μετά το τέλος των σπουδών του, πιθανώς το 1816, έγινε μοναχός στη Μονή Βελανιδιάς στην Καλαμάτα. Εκεί ήρθε σε ρήξη με την ιεραρχία και αναγκάστηκε να φύγει για να εγκατασταθεί στη Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Ρεκίτσας, μεταξύ Λεονταρίου και Μυστρά. Οι προσωπικές του διαμάχες δεν είχαν όμως τέλος. Λόγω κτηματικών διαφορών συγκρούστηκε με έναν ισχυρό Τούρκο της περιοχής και αναγκάστηκε να εκπατρισθεί. Στη νέα του προσωρινή πατρίδα, την Κωνσταντινούπολη, φιλοξενήθηκε εγκαρδίως από τους εκεί συμπατριώτες του. Επί πατριαρχίας Γρηγορίου Ε’* (1745-1821) ο Παπαφλέσσας χειροτονήθηκε αρχιμανδρίτης με το εκκλησιαστικό Οφφίκιο «Δικαίος». Στις 21 Ιουνίου 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Παναγιώτη Αναγνώστου (Αναγνωσταρά) και ανέλαβε τη σημαντική αποστολή της κατήχησης των κατοίκων των Παραδουνάβιων Ηγεμονιών με το συνθηματικό όνομα Αρμόδιος. Όταν πλέον επέστρεψε στην Πελοπόννησο κατείχε ήδη το πνεύμα του αγωνιστή. Με δεκάδες έγγραφα της Φιλικής Εταιρείας στα χέρια του ξεκίνησε μια σειρά ομιλίες ευαγγελιζόμενος την απελευθέρωση των Ελλήνων από τον ζυγό των Τούρκων. Ο ηγετικός του χαρακτήρας και οι πρωτοβουλίες του αυτές ανησύχησαν πολλούς προύχοντες, οι οποίοι δεν ήθελαν να διαταραχθεί η τάξη και οι Τούρκοι να προβούν σε αντίποινα. Πολλοί ήταν εκείνοι οι οποίοι σκέφθηκαν να τον συλλάβουν και να τον παραδώσουν στα χέρια του εχθρού. Ο Παπαφλέσσας όμως διαισθάνθηκε τον κίνδυνο και φρόντισε να περιορίσει τη δράση του στους απλούς χωρικούς, οι οποίοι τον προστάτευαν, γοητευμένοι από τον χαρισματικό ηγέτη τους. Τον Ιανουάριο του 1821 στη Βοστίτσα, στο Αίγιο, ο Παπαφλέσσας κάλεσε συνέλευση, όπου και έθιξε τα μείζονα θέματα της χώρας. Μίλησε περί ελευθερίας και δικαιωμάτων, περί πνεύματος και ελληνικότητας και υποστήριξε την Επανάσταση. Μια επανάσταση την οποία αποδοκίμασαν πολλοί από τους συμμετέχοντες υποστηρίζοντας ότι το έδαφος δεν ήταν έτοιμο ακόμη. Ο Παπαφλέσσας τότε σήκωσε επιδεικτικά την επιστολή που είχε στείλει ο Υψηλάντης τονίζοντας την αναγκαιότητα της άμεσης έναρξης του αγώνα. Χωρίς όμως ανταπόκριση.
Ύστερα διέσχισε το Μοριά περνώντας  και δεν ησύχασε μέχρι την έκρηξη της επανάστασης, που τον βρίσκει στην Καλαμάτα. Η πόλη αυτή ελευθερώθηκε στις 23 Μαρτίου.  Από τον Μάρτιο του 1821 ως και τη μάχη στο Μανιάκι το 1825, όπου σκοτώθηκε, πρωταγωνίστησε σε όλες τις πολεμικές επιχειρήσεις αλλά και σε πολιτικές δραστηριότητες. Στις περιοδείες του στην Αρκαδία, στη Γορτυνία, στην Ολυμπία, στην Αργολίδα και στην Κορινθία κινήθηκε με σκοπό να στρατολογήσει τους εκεί πληθυσμούς. Στην Αργολίδα, κατά την προσπάθειά του να εμποδίσει την προέλαση του Κεχαγιά Μπέη, εγκαταλείφθηκε από τους άοπλους και άπειρους χωρικούς που τον συνόδευαν και αναγκάστηκε να υποχωρήσει στο κάστρο του Άργους, όπου και αντιμετώπισε τους Τούρκους. Στον επόμενο του προορισμό, στην Καρύταινα, ο τουρκικός στρατός ερχόμενος από την Τρίπολη ανάγκασε τον ίδιο και τον Κολοκοτρώνη να καταφύγουν στη Μεσσηνία, ενώ τον Ιούλιο του 1821 στα Μεγάλα Δερβένια της Μεγαρίδας μαζί με άλλους οπλαρχηγούς κατόρθωσε να παρεμποδίσει την είσοδο του τουρκικού στρατού του Ομέρ Βρυώνη στην Πελοπόννησο. Τον Δεκέμβριο του 1821 έγινε μέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας και έλαβε μέρος στην Α’ Γενική Συνέλευση της Επιδαύρου, στη Β’ Εθνική Συνέλευση του Άστρους και την 1η Ιουλίου 1823 ανέλαβε το υπουργείο Εσωτερικών. Στον εμφύλιο πόλεμο βρέθηκε αντίπαλος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, παρ’ ότι στο παρελθόν είχε πολεμήσει μαζί του. Στο πλευρό της κυβέρνησης Γ. Κουντουριώτη κυνήγησε τους Κολοκοτρωναίους, ενώ οι ένοπλες συγκρούσεις μαζί τους καθώς και με άλλους αγωνιστές της Επανάστασης αποτελούν γκρίζες σελίδες στην ιστορία του έθνους κατά την κρίσιμη αυτή περίοδο. Παρ’ όλα αυτά, όταν ο Ιμπραήμ απείλησε σοβαρά την έκβαση της Επανάστασης, ο ίδιος ο Παπαφλέσσας πρότεινε την αποφυλάκιση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και άλλων αντικυβερνητικών. Η απελευθέρωσή τους όμως δεν έγινε εγκαίρως. Ο Παπαφλέσσας έσπευσε στο Μανιάκι, το οποίο μετά την πτώση του Νεοκάστρου (11 Μαΐου 1825) αποτελούσε στόχο των Αιγυπτίων, όπου συγκέντρωσε αρχικά 1.500 άνδρες, από τους οποίους τελικά έμειναν μόνο 500. Κυκλωμένος από 3.000 ιππείς και πεζούς απέρριψε την πρόταση άλλων οπλαρχηγών να μετακινηθεί σε πιο ασφαλή θέση. Στην οκτάωρη αυτή μάχη ο Παπαφλέσσας έπεσε νεκρός μαζί με τους περισσότερους άνδρες του. Ο Παπαφλέσσας προσέφερε τις μεγαλύτερες υπηρεσίες στην ιερή υπόθεση πριν το ξέσπασμα της επανάστασης σαν μπουρλοτιέρης των ψυχών. Χωρίς αυτόν – λένε μερικοί– ίσως να μην άναβε η επαναστατική φλόγα. Ξετρέλαινε τους ενθουσιασμένους, έπειθε τους διστακτικούς, πολεμούσε τους αντίθετους. Διαλαλούσε ότι μια μεγάλη δύναμη κρύβεται πίσω από τους Φιλικούς, εννοώντας τη Ρωσία. Ήταν έξυπνος, ενθουσιώδης, τολμηρός. Αυτές οι αρετές καθώς και το σχήμα του τον έκαναν ανεπανάληπτο για την προεπαναστατική του δράση.
Στις 20 Μαΐου δόθηκε η πολυθρύλητη μάχη του Μανιακίου στην οποία έπεσε ηρωικά ο Παπαφλέσσας και όσοι από τους συντρόφους του, περίπου πεντακόσιοι  είχαν μείνει πιστοί. Η μάχη αυτή μπορεί να ήταν άτυχη για τα Ελληνικά όπλα, αλλά ο ηρωισμός  και η αυτοθυσία του Φλέσσα είχε σαν αποτέλεσμα την τόνωση του ηθικού του λαού και τον ξεσηκωμό του.
Συνήθως η μάχη του Μανιακίου συγκρίνονται με εκείνη των Θερμοπυλών και τη θυσία του Λεωνίδα. Ο Λεωνίδας έπεσε πειθαρχώντας στους νόμους της Σπάρτης . Υποχρεώθηκε να μείνει « τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι» Ο Παπαφλέσσας δεν υποχρεώθηκε από κανένα. Πήγε μόνος να αντιμετωπίσει τον Ιμπραήμ. Μπορούσε να φύγει χωρίς φόβο διασυρμού η τιμωρίας. Αντιμετώπισε παλικαρίσια τον εχθρό και τον θάνατο, και εδώ έγκειται το μεγαλείο της ψυχής και της αυτοθυσίας του. Κράτησε τον όρκο που έδωσε μπαίνοντας στη Φιλική Εταιρία και έδωσε το αίμα του για την απελευθέρωση της πατρίδας. Δεν γνωρίζουμε εάν υπάρχει άλλο τέτοιο παράδειγμα στην ιστορία υπουργού και μάλιστα μη πολεμικού υπουργείου να πέφτει στο πεδίο της τιμής και του καθήκοντος προς την πατρίδα. Είναι απόλυτα σωστή η άποψη του Μίμη Η. Φερέτου ότι το κράτος δεν τον τίμησε όσο έπρεπε, αφού τριάντα χρόνια μετά τον θάνατο του τα οστά του καθώς και των άλλων αγωνιστών έμεναν άταφα στο λόφο του Μανιακίου.  Αλλά και η κυβέρνηση Κουντουριώτη δεν έκανε τα δέοντα για τιμήσει τον υπουργό της.